Με σημερινή του απόφασή το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έκρινε ότι δεν αντιβαίνει στο δίκαιο της Ένωσης η υποχρέωση των υπευθύνων ηλεκτρονικής πλατφόρμας καταλυμάτων να διαβιβάζουν στη φορολογική αρχή στοιχεία για συναλλαγές που αφορούν τουριστικά καταλύματα.
Συγκεκριμένα, το ΔΕΕ έκρινε ότι η βελγική περιφερειακή νομοθεσία η οποία υποχρεώνει τους παρόχους υπηρεσιών κτηματομεσιτικής διαμεσολάβησης και ιδίως τους υπευθύνους για ηλεκτρονική πλατφόρμα καταλυμάτων να διαβιβάζουν στη φορολογική αρχή ορισμένα στοιχεία σχετικά με τις συναλλαγές που αφορούν τουριστικά καταλύματα, δεν αντιβαίνει προς το δίκαιο της Ένωσης.
Το ΔΕΕ επεσήμανε ότι μια τέτοια διάταξη έχει φορολογικό χαρακτήρα και, ως εκ τούτου, αποκλείεται από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας για το ηλεκτρονικό εμπόριο.
Ιστορικό της υπόθεσης
Η Airbnb Ireland είναι ιρλανδική εταιρία η οποία αμείβεται για να διευκολύνει την επικοινωνία, μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας, μεταξύ δυνητικών μισθωτών και επαγγελματιών ή μη επαγγελματιών εκμισθωτών που προσφέρουν υπηρεσίες παροχής καταλύματος.
Βάσει υποχρέωσης προβλεπόμενης από σχετική με φόρο επί των τουριστικών καταλυμάτων κανονιστική απόφαση της Περιφέρειας Βρυξελλών-Πρωτευούσης (Βέλγιο), η Airbnb Ireland κλήθηκε να κοινοποιήσει στη φορολογική αρχή της περιφέρειας πληροφορίες όσον αφορά τις τουριστικές συναλλαγές τις οποίες είχε πραγματοποιήσει κατά το 2017.
Εκτιμώντας, εντούτοις, ότι η διαβίβαση των πληροφοριών προσκρούει στο δίκαιο της Ένωσης και ιδίως στην αρχή της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, η Airbnb Ireland άσκησε προσφυγή ενώπιον του Συνταγματικού Δικαστηρίου (Βέλγιο) για την ακύρωση της διάταξης της επίμαχης κανονιστικής απόφασης που επιβάλλει την υποχρέωση κοινοποίησης.
Το Συνταγματικό Δικαστήριο ζητεί από το Δικαστήριο να διευκρινίσει εάν διάταξη όπως αυτή που εφαρμόζεται στους υπευθύνους για ηλεκτρονική πλατφόρμα καταλυμάτων συνιστά φορολογική διάταξη που αποκλείεται ρητώς από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2000/31 [1].
Το ανωτέρω εθνικό δικαστήριο ερωτά επίσης το Δικαστήριο εάν η επίμαχη εθνική διάταξη, καθόσον προβλέπει υποχρέωση διαβίβασης στη φορολογική αρχή στοιχειών σχετικά με τις συναλλαγές που αφορούν τουριστικά καταλύματα, είναι ικανή να παρακωλύσει την ελεύθερη κυκλοφορία των υπηρεσιών.
Η απόφαση του Δικαστηρίου
Με τη σημερινή απόφασή του, το Δικαστήριο υπενθυμίζει, πρώτον, ότι η οδηγία για το ηλεκτρονικό εμπόριο εκδόθηκε βάσει διατάξεων των Συνθηκών που αποκλείουν τους φορολογικούς κανόνες από το πεδίο εφαρμογής τους, δεδομένου ότι οι κανόνες αυτοί θεσπίζονται στο πλαίσιο άλλων διατάξεων των Συνθηκών.
Το Δικαστήριο παρατηρεί επίσης ότι οι αιτιολογικές σκέψεις της οδηγίας για το ηλεκτρονικό εμπόριο αποκλείουν ρητώς τη φορολογία από το πεδίο εφαρμογής της.
Κατά το Δικαστήριο, έστω και αν υπηρεσίες κτηματομεσιτικής διαμεσολάβησης όπως αυτές που παρέχει η Airbnb Ireland αποτελούν υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας οι οποίες εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας για το ηλεκτρονικό εμπόριο, η διάταξη της επίμαχης κανονιστικής απόφασης, η οποία εφαρμόζεται στους υπευθύνους για ηλεκτρονική πλατφόρμα και έχει ως αντικείμενο την παροχή τέτοιων υπηρεσιών, είναι αρρήκτως συνδεδεμένη, από άποψη περιεχομένου, με την κανονιστική απόφαση η οποία αποτελεί, αυτή καθεαυτήν, φορολογική κανονιστική ρύθμιση. Κατά συνέπεια, η εν λόγω διάταξη εμπίπτει στον «φορολογικό τομέα» ο οποίος αποκλείεται ρητώς από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας για το ηλεκτρονικό εμπόριο.
Σχετικά, δεύτερον, με τη συμβατότητα της οικείας διάταξης της επίμαχης κανονιστικής απόφασης προς την απαγόρευση περιορισμού της ελεύθερης κυκλοφορίας των υπηρεσιών στην Ένωση, το Δικαστήριο διαπιστώνει ότι η υποχρέωση παροχής ορισμένων πληροφοριών σχετικά με τις συναλλαγές που αφορούν τουριστικά καταλύματα αφορά όλους τους παρόχους υπηρεσιών κτηματομεσιτικής διαμεσολάβησης, ανεξαρτήτως του τόπου εγκατάστασής τους και του τρόπου με τον οποίο παρέχουν τις υπηρεσίες τους.
Το Δικαστήριο συνάγει εξ αυτού ότι η διάταξη της επίμαχης κανονιστικής απόφασης δεν εισάγει δυσμενείς διακρίσεις, αλλά υποχρεώνει απλώς τους οικείους παρόχους υπηρεσιών να διατηρούν στοιχεία σχετικά με τις συναλλαγές που αφορούν τουριστικά καταλύματα και να τα διαβιβάζουν στη φορολογική αρχή της περιφέρειας, κατόπιν αιτήματός της, ώστε να διασφαλίζεται η ορθή είσπραξη, από τους οικείους ιδιοκτήτες, των φόρων για τη μίσθωση των επίμαχων ακινήτων.
Όσον αφορά το επιχείρημα ότι υπάρχει ο κίνδυνος υπηρεσίες κτηματομεσιτικής διαμεσολάβησης, όπως αυτές τις οποίες παρέχει η Airbnb Ireland, να πληγούν περισσότερο από την οικεία διάταξη της επίμαχης κανονιστικής απόφασης, το Δικαστήριο παρατηρεί ότι ο κίνδυνος αυτός απηχεί απλώς τον μεγαλύτερο αριθμό των συναλλαγών τις οποίες πραγματοποιούν οι μεσάζοντες και το αντίστοιχο μερίδιό τους στην αγορά. Το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι τα μέτρα των οποίων το μόνο αποτέλεσμα είναι να καθιστούν οικονομικά επαχθέστερη μια συγκεκριμένη υπηρεσία και τα οποία πλήττουν εξίσου την παροχή υπηρεσιών, ανεξαρτήτως του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο πάροχος, δεν είναι ικανά να παρακωλύσουν την ελεύθερη κυκλοφορία των υπηρεσιών.
Κατά το Δικαστήριο, καθόσον η οικεία διάταξη της επίμαχης κανονιστικής απόφασης αφορά όλους τους παρόχους υπηρεσιών κτηματομεσιτικής διαμεσολάβησης ανεξαρτήτως του τόπου εγκατάστασής τους και του τρόπου με τον οποίο μεσολαβούν, η διάταξη αυτή δεν αντιβαίνει προς την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών στην Ένωση.
Το πλήρες κείμενο της αποφάσεως είναι διαθέσιμο στην ιστοσελίδα CURIA.
[1] Οδηγία 2000/31/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2000, για ορισμένες νομικές πτυχές των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, ιδίως του ηλεκτρονικού εμπορίου, στην εσωτερική αγορά (στο εξής: οδηγία για το ηλεκτρονικό εμπόριο) (ΕΕ 2000, L 178, σ. 1).