«Φρένο» στην πτωτική πορεία των τιμών των κατοικιών ευελπιστούν ότι θα μπει φέτος οι ειδικοί της κτηματαγοράς, οι οποίοι καλούνται να διαχειριστούν μια πρωτόγνωρη κατάσταση, δεδομένου ότι ποτέ στο πρόσφατο παρελθόν η ελληνική αγορά κατοικίας δεν είχε σημειώσει οκτώ διαδοχικά χρόνια συνεχούς κάμψης των αξιών.

«Φρένο» στην πτωτική πορεία των τιμών των κατοικιών ευελπιστούν ότι θα μπει φέτος οι ειδικοί της κτηματαγοράς, οι οποίοι καλούνται να διαχειριστούν μια πρωτόγνωρη κατάσταση, δεδομένου ότι ποτέ στο πρόσφατο παρελθόν η ελληνική αγορά κατοικίας δεν είχε σημειώσει οκτώ διαδοχικά χρόνια συνεχούς κάμψης των αξιών. Αλλωστε οι παλαιότερες υψηλές αξίες ήταν ένας από τους καταλύτες για την παγίωση της άποψης ότι «τα ακίνητα ποτέ δεν πέφτουν», η οποία έθρεψε γενιές επί γενεών, υποβοηθούμενη από τη σχεδόν πλήρη απουσία φορολόγησης.

Πλέον, σύμφωνα και με τα στοιχεία από την ετήσια έκθεση του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Γ. Στουρνάρα, που δόθηκε στη δημοσιότητα στα τέλη της περασμένης εβδομάδας, η αγορά κατοικίας έχει καταγράψει συνολική πτώση τιμών της τάξεως του 41,3% κατά μέσο όρο (σε ονομαστικούς όρους) από το 2008 μέχρι σήμερα. Μάλιστα, η πτώση στα δύο μεγάλα αστικά κέντρα είναι ακόμα μεγαλύτερη, καθώς στη μεν Αθήνα αγγίζει το 43,6%, στη δε Θεσσαλονίκη το 45,5%. Στον αντίποδα, στην περιφέρεια, η κάμψη είναι αισθητά ηπιότερη, καθώς στις υπόλοιπες μεγάλες πόλεις δεν ξεπερνά το 38,7%, ενώ στις λοιπές περιοχές, όπου περιλαμβάνονται κυρίως δημοφιλείς τουριστικά περιοχές, η πτώση των τιμών των κατοικιών δεν ξεπερνά το 37,4%.

Ωστόσο, το 2016 σηματοδότησε και τη χαμηλότερη ετήσια υποχώρηση από την εμβάθυνση της οικονομικής κρίσης το 2011 μέχρι σήμερα, καθώς η πτώση περιορίστηκε σε 2,2% (από 5,1% το 2015 και 7,5% το 2014), με τον ρυθμό της πτώσης να βαίνει συνεχώς μειούμενος. Ειδικότερα, ενώ το πρώτο τρίμηνο του 2016 οι τιμές μειώθηκαν κατά 4,2%, η πτώση του δεύτερου τριμήνου δεν ξεπέρασε το 2,5%, για να επιβραδυνθεί ακόμα περισσότερο σε 1,5% και 0,6% κατά το τρίτο και τέταρτο τρίμηνο αντίστοιχα. Εφόσον η τάση αυτή διατηρηθεί και φέτος, είναι πιθανό το πρώτο τρίμηνο να αποτελέσει το πρώτο σταθεροποιητικό διάστημα που καταγράφεται στην αγορά κατοικίας από την αρχή της οικονομικής κρίσης.

Aναζωπύρωση

Βέβαια, η σταθεροποίηση των τιμών, εν μέσω ενός λίαν ασταθούς οικονομικού περιβάλλοντος, δεν αποτελεί καλή βάση για την ανάκαμψη της αγοράς ακινήτων. Σύμφωνα με την εμπειρία που έχει αποκρυσταλλωθεί κατά τα χρόνια των μνημονίων, όποτε ανακοινώνονται και νομοθετούνται νέα μέτρα λιτότητας, η πτωτική πορεία των τιμών των κατοικιών αναζωπυρώνεται. Επιπλέον, σύμφωνα με την ΤτΕ, σημαντική παράμετρος για τη μελλοντική πορεία των τιμών πρόκειται να αποτελέσει το νέο πλαίσιο διαχείρισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων.

Σημαντικές κρίνονται επίσης και οι απαιτούμενες διαρθρωτικές ενέργειες για την ανάκαμψη της αγοράς – «πρωτίστως στον τομέα της φορολόγησης, ώστε να αναδειχθούν και να γίνουν πραγματικά ελκυστικές οι επενδυτικές ευκαιρίες που προσφέρει η χώρα». Σύμφωνα με την ΤτΕ, οι παγιωμένες αγκυλώσεις της γραφειοκρατίας και η πολυπλοκότητα των διαδικασιών, η συνεχιζόμενη αβεβαιότητα στην οικονομία, αλλά και η συνεχής περαιτέρω φορολογική επιβάρυνση στα ακίνητα, είτε αυτή αφορά το εισόδημα είτε το κεφάλαιο είτε τις άμεσες ή έμμεσες επενδύσεις, αναστέλλουν το επενδυτικό ενδιαφέρον, με άμεσο αντίκτυπο στην αγορά και στο σύνολο της οικονομίας. Ωστόσο, όπως εκτιμούν πλέον και φορείς της αγοράς, μόνο μια ραγδαία αναζωπύρωση της πολιτικής και κυρίως της οικονομικής αβεβαιότητας θα μπορούσε να επαναφέρει τις τιμές σε έντονα καθοδική τροχιά. Αντιθέτως, εφόσον δεν υπάρξει κάποιο «ατύχημα» στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης για την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης και του «οδικού χάρτη» που θα πρέπει να ακολουθήσει η χώρα τα επόμενα χρόνια, κοινή συνισταμένη των περισσότερων εκπροσώπων της αγοράς είναι ότι οι τιμές θα παραμείνουν σε τροχιά σταθεροποίησης την προσεχή διετία.

Μάλιστα, δεν αποκλείουν και οριακές αυξήσεις σε ορισμένες περιπτώσεις προνομιακών ακινήτων, σε περιοχές υψηλής ζήτησης, όπως π.χ. πολύ κοντά σε σταθμούς μετρό ή κοντά σε τουριστικά αξιοθέατα, όπου τα ακίνητα ευνοούνται από την κατακόρυφη αύξηση του κλάδου των βραχυχρόνιων μισθώσεων σε τουρίστες.

ΝΙΚΟΣ ΡΟΥΣΑΝΟΓΛΟΥ