Το χαμηλότερο κόστος ενοικίασης γραφείων στην Ευρώπη διαθέτει πλέον η αθηναϊκή αγορά γραφείων, όντας από τις πλέον ανταγωνιστικές για την εγκατάσταση επιχειρήσεων, ακόμα και σε σχέση με τους Βαλκάνιους γείτονες.

Το χαμηλότερο κόστος ενοικίασης γραφείων στην Ευρώπη διαθέτει πλέον η αθηναϊκή αγορά γραφείων, όντας από τις πλέον ανταγωνιστικές για την εγκατάσταση επιχειρήσεων, ακόμα και σε σχέση με τους Βαλκάνιους γείτονες. Σύμφωνα με σχετική έρευνα της Colliers International, σε σύνολο 60 πόλεων ανά την Ευρώπη, η μέση τιμή ενοικίασης γραφείων (Α΄ και Β΄ κατηγορίας συνδυασμένα) στην Αθήνα διαμορφώνεται σε 10 ευρώ/τ.μ. σε μηνιαία βάση. Στην αμέσως επόμενη θέση κατατάσσεται η αγορά της Αμβέρσας στο Βέλγιο με μέσο κόστος 10,4 ευρώ/τ.μ., ενώ έπονται η Σόφια (Βουλγαρία) και η Μπρατισλάβα (Σλοβακία), όπου οι τιμές ενοικίασης γραφείων διαμορφώνονται σε 11 ευρώ/τ.μ. κατά μέσο όρο. Είναι χαρακτηριστικό ότι στα Τίρανα το μέσο κόστος ανέρχεται σε 17 ευρώ/τ.μ., στο Βουκουρέστι σε 14,5 ευρώ/τ.μ. και στο Ζάγκρεμπ της Κροατίας σε 12 ευρώ/τ.μ., δείγμα του πόσο έχει υποχωρήσει η αγορά γραφείων της Αθήνας κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών της οικονομικής κρίσης.

Πάντως, θα πρέπει να σημειωθεί ότι η μεγαλύτερη κάμψη αφορά τα γραφεία της Β΄ κατηγορίας, δηλαδή εκείνα που βρίσκονται σε δευτερεύουσες περιοχές και είναι παλαιότερης κατασκευής. Στη συγκεκριμένη αγορά, οι τιμές των ενοικίων έχουν μειωθεί ακόμα και κατά 50% από το 2009. Στον αντίποδα, η πτώση στα πιο σύγχρονα κτίρια γραφείων που βρίσκονται σε σημεία προβολής δεν ξεπερνά το 20%, με τις τιμές μάλιστα να έχουν σταθεροποιηθεί κατά τη διάρκεια των τελευταίων μηνών. Σε κάθε περίπτωση, η Colliers International επισημαίνει ότι η αγορά γραφείων της Αθήνας ευνοεί τους ενοικιαστές, οι οποίοι μπορούν να επιλέξουν από μια πλειάδα διαθέσιμων γραφειακών χώρων. Παράλληλα, οι ιδιοκτήτες είναι διατεθειμένοι να διαπραγματευτούν το ύψος του ενοικίου ή άλλα σκέλη της σύμβασης, ώστε να προσφέρουν περισσότερα οικονομικά κίνητρα είτε για τη διατήρηση του υφιστάμενου μισθωτή είτε για την προσέλκυση νέου χρήστη. Η τάση αυτή χαρακτηρίζει την αγορά γραφείων τα τελευταία χρόνια και δεν προβλέπεται να διαφοροποιηθεί ούτε στο άμεσο μέλλον.

Αλλωστε, ο δείκτης κενών γραφείων ανέρχεται σε 16% και παραμένει μεταξύ των υψηλότερων πανευρωπαϊκά. Περισσότερα κενά γραφεία (ως ποσοστό επί του συνολικού αποθέματος) διαθέτουν, μεταξύ άλλων, το Κίεβο με 17,5%, η Κωνσταντινούπολη με 24,8%, το Πόζναν της Πολωνίας με 16,9% και το Ρότερνταμ με 18%. Στα θετικά πάντως της αγοράς γραφείων της ελληνικής πρωτεύουσας συγκαταλέγεται και το γεγονός ότι οι αναπτύξεις νέων γραφειακών χώρων διαμορφώνονται σε μόλις 6.000 τ.μ., με αποτέλεσμα να μην προβλέπεται ιδιαίτερη πίεση στις τιμές ενοικίασης, ως αποτέλεσμα της περαιτέρω διεύρυνσης της προσφοράς.

Υπενθυμίζεται ότι η αγορά γραφείων της Αθήνας λειτούργησε ουσιαστικά μόνο κατά τη διάρκεια του τελευταίου τριμήνου του έτους, όταν και σταθεροποιήθηκε το οικονομικό κι επιχειρηματικό κλίμα. Σύμφωνα με στοιχεία της εταιρείας παροχής υπηρεσιών ακινήτων Αθηναϊκή Οικονομική – JLL, σχεδόν το 50% των συμφωνιών μίσθωσης γραφείων πραγματοποιήθηκε κατά τους τρεις τελευταίους μήνες, με τη συντριπτική πλειονότητα των συμβάσεων να αφορά μετεγκαταστάσεις, που αποσκοπούσαν στη μείωση των λειτουργικών εξόδων ή στον εξορθολογισμό των στεγαστικών αναγκών των επιχειρήσεων.

Υπενθυμίζεται ότι στην τελευταία έκθεσή της για τη νομισματική πολιτική, η Τράπεζα της Ελλάδος ανέφερε ότι «οι πιέσεις για επαναδιαπραγμάτευση και μείωση των ενοικίων συνεχίστηκαν, κυρίως σε κτίρια γραφείων χαμηλότερων προδιαγραφών και σε λιγότερο προνομιακές τοποθεσίες». Παρ\' όλα αυτά, τα ενοίκια γραφείων υψηλών προδιαγραφών δεν διαφοροποιήθηκαν σημαντικά και μάλιστα σε ορισμένες περιπτώσεις καταγράφηκαν ακόμα και αυξητικές τάσεις των ζητούμενων τιμών ενοικίασης, καθώς το απόθεμα των κενών και διαθέσιμων χώρων υψηλών προδιαγραφών συρρικνώνεται.